πορφυροφόρος

πορφυροφόρος
-ον, Μ
αυτός που φέρει πορφύρα, ο ντυμένος με πορφύρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πορφύρα + -φόρος*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • -φορος — ΝΜΑ β συνθετικό παροξύτονων και προπαροξύτονων ονομάτων, αρσενικών και θηλυκών, και επιθέτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην ετεροιωμένη βαθμίδα φορ τής ρίζας τού ρήματος φέρω* και απαντά σε μεγάλο αριθμό συνθέτων (σχεδόν… …   Dictionary of Greek

  • πορφυροφορία — ἡ, Μ [πορφυροφόρος] το να φοράει κάποιος πορφυρά ενδύματα …   Dictionary of Greek

  • πορφυροφορώ — έω, Μ [πορφυροφόρος] φορώ πορφυρή ενδυμασία …   Dictionary of Greek

  • πορφύρα — I Σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από τριχοειδείς αιμορραγίες του δέρματος, των βλεννογόνων ή του παρεγχύματος. Στο δέρμα η π. εκδηλώνεται με μικρές κόκκινες κηλίδες που δεν εξαλείφονται αν πιεστούν με γυάλινη πλάκα. Οι π. διαιρούνται σε δύο μεγάλες… …   Dictionary of Greek

  • ԾԻՐԱՆԱԶԳԵԱՑ — (զգեցի, ից.) NBH 1 1016 Chronological Sequence: Unknown date, 8c, 9c ա. ԾԻՐԱՆԱԶԳԵԱՑ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏԵԱԼ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՑԻԿ. πορφυροφόρος purpura amictus. Որ զգեցեալ է զծիրանիս, կամ զարքունի զգեստս, եւ որ ինչ հայի յայնպիսի փառաւորութիւն.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏ — (ի, ից.) NBH 1 1016 Chronological Sequence: Unknown date, 8c, 9c ա. ԾԻՐԱՆԱԶԳԵԱՑ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏԵԱԼ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՑԻԿ. πορφυροφόρος purpura amictus. Որ զգեցեալ է զծիրանիս, կամ զարքունի զգեստս, եւ որ ինչ հայի յայնպիսի փառաւորութիւն.… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏԵԱԼ — ( ) NBH 1 1016 Chronological Sequence: Unknown date, 8c, 9c ա. ԾԻՐԱՆԱԶԳԵԱՑ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏԵԱԼ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՑԻԿ. πορφυροφόρος purpura amictus. Որ զգեցեալ է զծիրանիս, կամ զարքունի զգեստս, եւ որ ինչ հայի յայնպիսի փառաւորութիւն. *Մարգարտատեսիլ եւ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՑԻԿ — ( ) NBH 1 1016 Chronological Sequence: Unknown date, 8c, 9c ա. ԾԻՐԱՆԱԶԳԵԱՑ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՍՏԵԱԼ ԾԻՐԱՆԱԶԳԵՑԻԿ. πορφυροφόρος purpura amictus. Որ զգեցեալ է զծիրանիս, կամ զարքունի զգեստս, եւ որ ինչ հայի յայնպիսի փառաւորութիւն. *Մարգարտատեսիլ եւ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”